See πίθηκος on Wiktionary
{ "categories": [ { "kind": "other", "name": "Altgriechisch", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Anagramm sortiert (Altgriechisch)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Rückläufige Wörterliste (Altgriechisch)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Substantiv (Altgriechisch)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Siehe auch", "orig": "siehe auch", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Übersetzungen (Latein)", "parents": [], "source": "w" } ], "derived": [ { "sense_index": "1", "word": "πιθηκίζω" }, { "sense_index": "1", "word": "πιθηκοφαγέω" }, { "sense_index": "1", "word": "πιθηκοφόρος" }, { "sense_index": "1", "word": "πιθηκώδης" }, { "sense_index": "1", "word": "χοιροπίθηκος" } ], "etymology_text": "die Etymologie ist unklar; eine Verwandtschaft zu lateinisch foedus ^(→ la) „hässlich“ scheint unwahrscheinlich; vielmehr handelt es sich wohl um eine Entlehnung", "forms": [ { "form": "πίθακος", "raw_tags": [ "dorisch" ], "tags": [ "variant" ] }, { "form": "πίθηξ", "tags": [ "variant" ] }, { "form": "πίθων", "tags": [ "variant" ] } ], "hypernyms": [ { "sense_index": "1", "word": "θηρίον" } ], "hyphenation": "πί·θη·κος", "lang": "Altgriechisch", "lang_code": "grc", "pos": "noun", "proverbs": [ { "sense_index": "1", "word": "ἀντὶ λέοντος πίθηκος γίγνεσθαι" }, { "sense_index": "1", "word": "πίθηκος ἑν πορφύρα" }, { "sense_index": "1", "word": "ὄνος ἐν πιθήκοις" } ], "senses": [ { "examples": [ { "ref": "Aristophanes, Acharnenses, 120–121", "text": "„τοιόνδε γ’, ὦ πίθηκε, τὸν πώγων’ ἔχων\nεὐνοῦχος ἡμῖν ἦλθες ἐσκευασμένος;“" }, { "ref": "Aristoteles, Historia animalium, 502a", "text": "„Ἔνια δὲ τῶν ζῴων ἐπαμφοτερίζει τὴν φύσιν τῷ τ’ ἀνθρώπῳ καὶ τοῖς τετράποσιν, οἷον πίθηκοι καὶ κῆβοι καὶ κυνοκέφαλοι.“" }, { "ref": "Neugriechischer Wikipedia-Artikel „πίθηκος“", "text": "Οι πίθηκοι είναι παμφάγοι και η δίαιτά τους αποτελείται από καρπούς, χόρτα, σπόρους, και στις περισσότερες περιπτώσεις κρέας και ασπόνδυλα.", "translation": "Affen sind Allesfresser und ihre Kost besteht aus Früchten, Gemüse, Samen und in den meisten Fällen Fleisch und wirbellosen Tieren." }, { "ref": "www.zoosos.gr, 21 Φεβρουαρίου 2014, abgerufen am 27. Juni 2016", "text": "Συνεχίζονται τα πειράματα σε πίθηκους στο Πανεπιστήμιο Κρήτη.", "translation": "Die Versuche an Affen an der Universität von Kreta werden weitergeführt." } ], "glosses": [ "Affe" ], "id": "de-πίθηκος-grc-noun-Y2aYEMmV", "sense_index": "1", "topics": [ "zoology" ] }, { "examples": [ { "ref": "Aristophanes, Acharnenses, 905–907", "text": "„νεὶ τὼ σιὼ\nλάβοιμι μέντἂν κέρδος ἀγαγὼν καὶ πολύ,\nᾇπερ πίθακον ἀλιτρίας πολλᾶς πλέων.“" }, { "ref": "Aristophanes, Aves, 438–442", "text": "„μὰ τὸν Ἀπόλλω ’γὼ μὲν οὔ,\nἢν μὴ διάθωνταί γ’ οἵδε διαθήκην ἐμοὶ\nἥνπερ ὁ πίθηκος τῇ γυναικὶ διέθετο,\nὁ μαχαιροποιός, μήτε δάκνειν τούτους ἐμὲ\nμήτ’ ὀρχίπεδ’ ἕλκειν μήτ’ ὀρύττειν—“" }, { "ref": "Aristophanes, Ranae, 706–715", "text": "„εἰ δ’ ἐγὼ ὀρθὸς ἰδεῖν βίον ἀνέρος ἢ τρόπον ὅστις ἔτ’\nοἰμώξεται,\nοὐ πολὺν οὐδ’ ὁ πίθηκος οὗτος ὁ νῦν ἐνοχλῶν,\nΚλειγένης ὁ μικρός,\nὁ πονηρότατος βαλανεὺς ὁπόσοι κρατοῦσι κυκησίτεφροι\nψευδολίτρου κονίας\nκαὶ Κιμωλίας γῆς,\nχρόνον ἐνδιατρίψει· ἰδὼν δὲ τάδ’ οὐκ εἰ-\nρηνικὸς ἔσθ’, ἵνα μή ποτε κἀποδυθῇ μεθύων ἄ-\nνευ ξύλου βαδίζων.“" }, { "ref": "Demosthenes, De corona, 242", "text": "„πονηρόν, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πονηρὸν ὁ συκοφάντης ἀεὶ καὶ πανταχόθεν βάσκανον καὶ φιλαίτιον· τοῦτο δὲ καὶ φύσει κίναδος τἀνθρώπιόν ἐστιν, οὐδὲν ἐξ ἀρχῆς ὑγιὲς πεποιηκὸς οὐδ’ ἐλεύθερον, αὐτοτραγικὸς πίθηκος, ἀρουραῖος Οἰνόμαος, παράσημος ῥήτωρ.“" } ], "glosses": [ "Betrüger, Schwindler" ], "id": "de-πίθηκος-grc-noun-R8CB6Dh2", "sense_index": "2", "tags": [ "figurative" ] } ], "synonyms": [ { "raw_tags": [ "euphemistisch" ], "sense_index": "1", "word": "καλλίας" } ], "tags": [ "masculine" ], "translations": [ { "lang": "Deutsch", "lang_code": "de", "sense": "Zoologie: Affe", "sense_index": "1", "tags": [ "masculine" ], "word": "Affe" }, { "lang": "Deutsch", "lang_code": "de", "sense": "übertragen: Betrüger, Schwindler", "sense_index": "2", "tags": [ "masculine" ], "word": "Betrüger" }, { "lang": "Deutsch", "lang_code": "de", "sense": "übertragen: Betrüger, Schwindler", "sense_index": "2", "word": "Schwindler" } ], "word": "πίθηκος" } { "categories": [ { "kind": "other", "name": "Anagramm sortiert (Neugriechisch)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Neugriechisch", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Rückläufige Wörterliste (Neugriechisch)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Substantiv (Neugriechisch)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Substantiv m (Neugriechisch)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Siehe auch", "orig": "siehe auch", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Übersetzungen (Altgriechisch)", "parents": [], "source": "w" } ], "etymology_text": "Erbwort aus dem altgriechischen πίθηκος (pithēkos^☆) ^(→ grc)", "forms": [ { "form": "πιθηκίνα", "sense_index": "1", "tags": [ "feminine" ] }, { "form": "ο πίθηκος", "tags": [ "nominative", "singular" ] }, { "form": "οι πίθηκοι", "tags": [ "nominative", "plural" ] }, { "form": "του πίθηκου", "tags": [ "genitive", "singular" ] }, { "form": "των πίθηκων", "tags": [ "genitive", "plural" ] }, { "form": "τον πίθηκο", "tags": [ "accusative", "singular" ] }, { "form": "τους πίθηκους", "tags": [ "accusative", "plural" ] }, { "form": "πίθηκε", "raw_tags": [ "Vokativ" ], "tags": [ "singular" ] }, { "form": "πίθηκοι", "raw_tags": [ "Vokativ" ], "tags": [ "plural" ] } ], "hypernyms": [ { "sense_index": "1", "word": "θηλαστικό" }, { "sense_index": "1", "word": "ζώο" } ], "hyphenation": "πί·θη·κος", "hyponyms": [ { "sense_index": "1", "word": "γορίλλας" }, { "sense_index": "1", "word": "μαϊμού" }, { "sense_index": "1", "word": "μπαμπουίνος" }, { "sense_index": "1", "word": "ουρακοτάγκος" }, { "sense_index": "1", "word": "χιμπατζής" } ], "lang": "Neugriechisch", "lang_code": "el", "pos": "noun", "senses": [ { "examples": [ { "ref": "Neugriechischer Wikipedia-Artikel „πίθηκος“", "text": "Οι πίθηκοι είναι παμφάγοι και η δίαιτά τους αποτελείται από καρπούς, χόρτα, σπόρους, και στις περισσότερες περιπτώσεις κρέας και ασπόνδυλα.", "translation": "Affen sind Allesfresser und ihre Kost besteht aus Früchten, Gemüse, Samen und in den meisten Fällen Fleisch und wirbellosen Tieren." }, { "ref": "www.zoosos.gr, 21 Φεβρουαρίου 2014, abgerufen am 27. Juni 2016", "text": "Συνεχίζονται τα πειράματα σε πίθηκους στο Πανεπιστήμιο Κρήτη.", "translation": "Die Versuche an Affen an der Universität von Kreta werden weitergeführt." } ], "glosses": [ "Affe" ], "id": "de-πίθηκος-el-noun-Y2aYEMmV", "sense_index": "1", "topics": [ "zoology" ] } ], "sounds": [ { "ipa": "ˈpiθikɔs" }, { "ipa": "ˈpiθiki", "raw_tags": [ "Plural:" ] }, { "raw_tags": [ "Plural:" ] } ], "tags": [ "masculine" ], "word": "πίθηκος" }
{ "categories": [ "Altgriechisch", "Anagramm sortiert (Altgriechisch)", "Rückläufige Wörterliste (Altgriechisch)", "Substantiv (Altgriechisch)", "siehe auch", "Übersetzungen (Latein)" ], "derived": [ { "sense_index": "1", "word": "πιθηκίζω" }, { "sense_index": "1", "word": "πιθηκοφαγέω" }, { "sense_index": "1", "word": "πιθηκοφόρος" }, { "sense_index": "1", "word": "πιθηκώδης" }, { "sense_index": "1", "word": "χοιροπίθηκος" } ], "etymology_text": "die Etymologie ist unklar; eine Verwandtschaft zu lateinisch foedus ^(→ la) „hässlich“ scheint unwahrscheinlich; vielmehr handelt es sich wohl um eine Entlehnung", "forms": [ { "form": "πίθακος", "raw_tags": [ "dorisch" ], "tags": [ "variant" ] }, { "form": "πίθηξ", "tags": [ "variant" ] }, { "form": "πίθων", "tags": [ "variant" ] } ], "hypernyms": [ { "sense_index": "1", "word": "θηρίον" } ], "hyphenation": "πί·θη·κος", "lang": "Altgriechisch", "lang_code": "grc", "pos": "noun", "proverbs": [ { "sense_index": "1", "word": "ἀντὶ λέοντος πίθηκος γίγνεσθαι" }, { "sense_index": "1", "word": "πίθηκος ἑν πορφύρα" }, { "sense_index": "1", "word": "ὄνος ἐν πιθήκοις" } ], "senses": [ { "examples": [ { "ref": "Aristophanes, Acharnenses, 120–121", "text": "„τοιόνδε γ’, ὦ πίθηκε, τὸν πώγων’ ἔχων\nεὐνοῦχος ἡμῖν ἦλθες ἐσκευασμένος;“" }, { "ref": "Aristoteles, Historia animalium, 502a", "text": "„Ἔνια δὲ τῶν ζῴων ἐπαμφοτερίζει τὴν φύσιν τῷ τ’ ἀνθρώπῳ καὶ τοῖς τετράποσιν, οἷον πίθηκοι καὶ κῆβοι καὶ κυνοκέφαλοι.“" }, { "ref": "Neugriechischer Wikipedia-Artikel „πίθηκος“", "text": "Οι πίθηκοι είναι παμφάγοι και η δίαιτά τους αποτελείται από καρπούς, χόρτα, σπόρους, και στις περισσότερες περιπτώσεις κρέας και ασπόνδυλα.", "translation": "Affen sind Allesfresser und ihre Kost besteht aus Früchten, Gemüse, Samen und in den meisten Fällen Fleisch und wirbellosen Tieren." }, { "ref": "www.zoosos.gr, 21 Φεβρουαρίου 2014, abgerufen am 27. Juni 2016", "text": "Συνεχίζονται τα πειράματα σε πίθηκους στο Πανεπιστήμιο Κρήτη.", "translation": "Die Versuche an Affen an der Universität von Kreta werden weitergeführt." } ], "glosses": [ "Affe" ], "sense_index": "1", "topics": [ "zoology" ] }, { "examples": [ { "ref": "Aristophanes, Acharnenses, 905–907", "text": "„νεὶ τὼ σιὼ\nλάβοιμι μέντἂν κέρδος ἀγαγὼν καὶ πολύ,\nᾇπερ πίθακον ἀλιτρίας πολλᾶς πλέων.“" }, { "ref": "Aristophanes, Aves, 438–442", "text": "„μὰ τὸν Ἀπόλλω ’γὼ μὲν οὔ,\nἢν μὴ διάθωνταί γ’ οἵδε διαθήκην ἐμοὶ\nἥνπερ ὁ πίθηκος τῇ γυναικὶ διέθετο,\nὁ μαχαιροποιός, μήτε δάκνειν τούτους ἐμὲ\nμήτ’ ὀρχίπεδ’ ἕλκειν μήτ’ ὀρύττειν—“" }, { "ref": "Aristophanes, Ranae, 706–715", "text": "„εἰ δ’ ἐγὼ ὀρθὸς ἰδεῖν βίον ἀνέρος ἢ τρόπον ὅστις ἔτ’\nοἰμώξεται,\nοὐ πολὺν οὐδ’ ὁ πίθηκος οὗτος ὁ νῦν ἐνοχλῶν,\nΚλειγένης ὁ μικρός,\nὁ πονηρότατος βαλανεὺς ὁπόσοι κρατοῦσι κυκησίτεφροι\nψευδολίτρου κονίας\nκαὶ Κιμωλίας γῆς,\nχρόνον ἐνδιατρίψει· ἰδὼν δὲ τάδ’ οὐκ εἰ-\nρηνικὸς ἔσθ’, ἵνα μή ποτε κἀποδυθῇ μεθύων ἄ-\nνευ ξύλου βαδίζων.“" }, { "ref": "Demosthenes, De corona, 242", "text": "„πονηρόν, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πονηρὸν ὁ συκοφάντης ἀεὶ καὶ πανταχόθεν βάσκανον καὶ φιλαίτιον· τοῦτο δὲ καὶ φύσει κίναδος τἀνθρώπιόν ἐστιν, οὐδὲν ἐξ ἀρχῆς ὑγιὲς πεποιηκὸς οὐδ’ ἐλεύθερον, αὐτοτραγικὸς πίθηκος, ἀρουραῖος Οἰνόμαος, παράσημος ῥήτωρ.“" } ], "glosses": [ "Betrüger, Schwindler" ], "sense_index": "2", "tags": [ "figurative" ] } ], "synonyms": [ { "raw_tags": [ "euphemistisch" ], "sense_index": "1", "word": "καλλίας" } ], "tags": [ "masculine" ], "translations": [ { "lang": "Deutsch", "lang_code": "de", "sense": "Zoologie: Affe", "sense_index": "1", "tags": [ "masculine" ], "word": "Affe" }, { "lang": "Deutsch", "lang_code": "de", "sense": "übertragen: Betrüger, Schwindler", "sense_index": "2", "tags": [ "masculine" ], "word": "Betrüger" }, { "lang": "Deutsch", "lang_code": "de", "sense": "übertragen: Betrüger, Schwindler", "sense_index": "2", "word": "Schwindler" } ], "word": "πίθηκος" } { "categories": [ "Anagramm sortiert (Neugriechisch)", "Neugriechisch", "Rückläufige Wörterliste (Neugriechisch)", "Substantiv (Neugriechisch)", "Substantiv m (Neugriechisch)", "siehe auch", "Übersetzungen (Altgriechisch)" ], "etymology_text": "Erbwort aus dem altgriechischen πίθηκος (pithēkos^☆) ^(→ grc)", "forms": [ { "form": "πιθηκίνα", "sense_index": "1", "tags": [ "feminine" ] }, { "form": "ο πίθηκος", "tags": [ "nominative", "singular" ] }, { "form": "οι πίθηκοι", "tags": [ "nominative", "plural" ] }, { "form": "του πίθηκου", "tags": [ "genitive", "singular" ] }, { "form": "των πίθηκων", "tags": [ "genitive", "plural" ] }, { "form": "τον πίθηκο", "tags": [ "accusative", "singular" ] }, { "form": "τους πίθηκους", "tags": [ "accusative", "plural" ] }, { "form": "πίθηκε", "raw_tags": [ "Vokativ" ], "tags": [ "singular" ] }, { "form": "πίθηκοι", "raw_tags": [ "Vokativ" ], "tags": [ "plural" ] } ], "hypernyms": [ { "sense_index": "1", "word": "θηλαστικό" }, { "sense_index": "1", "word": "ζώο" } ], "hyphenation": "πί·θη·κος", "hyponyms": [ { "sense_index": "1", "word": "γορίλλας" }, { "sense_index": "1", "word": "μαϊμού" }, { "sense_index": "1", "word": "μπαμπουίνος" }, { "sense_index": "1", "word": "ουρακοτάγκος" }, { "sense_index": "1", "word": "χιμπατζής" } ], "lang": "Neugriechisch", "lang_code": "el", "pos": "noun", "senses": [ { "examples": [ { "ref": "Neugriechischer Wikipedia-Artikel „πίθηκος“", "text": "Οι πίθηκοι είναι παμφάγοι και η δίαιτά τους αποτελείται από καρπούς, χόρτα, σπόρους, και στις περισσότερες περιπτώσεις κρέας και ασπόνδυλα.", "translation": "Affen sind Allesfresser und ihre Kost besteht aus Früchten, Gemüse, Samen und in den meisten Fällen Fleisch und wirbellosen Tieren." }, { "ref": "www.zoosos.gr, 21 Φεβρουαρίου 2014, abgerufen am 27. Juni 2016", "text": "Συνεχίζονται τα πειράματα σε πίθηκους στο Πανεπιστήμιο Κρήτη.", "translation": "Die Versuche an Affen an der Universität von Kreta werden weitergeführt." } ], "glosses": [ "Affe" ], "sense_index": "1", "topics": [ "zoology" ] } ], "sounds": [ { "ipa": "ˈpiθikɔs" }, { "ipa": "ˈpiθiki", "raw_tags": [ "Plural:" ] }, { "raw_tags": [ "Plural:" ] } ], "tags": [ "masculine" ], "word": "πίθηκος" }
Download raw JSONL data for πίθηκος meaning in All languages combined (7.5kB)
This page is a part of the kaikki.org machine-readable All languages combined dictionary. This dictionary is based on structured data extracted on 2024-11-05 from the dewiktionary dump dated 2024-10-20 using wiktextract (fbeafe8 and 7f03c9b). The data shown on this site has been post-processed and various details (e.g., extra categories) removed, some information disambiguated, and additional data merged from other sources. See the raw data download page for the unprocessed wiktextract data.
If you use this data in academic research, please cite Tatu Ylonen: Wiktextract: Wiktionary as Machine-Readable Structured Data, Proceedings of the 13th Conference on Language Resources and Evaluation (LREC), pp. 1317-1325, Marseille, 20-25 June 2022. Linking to the relevant page(s) under https://kaikki.org would also be greatly appreciated.