See quality in All languages combined, or Wiktionary
{ "forms": [ { "form": "quality" }, { "form": "en-adj", "tags": [ "inflection-template" ] }, { "form": "quality", "raw_tags": [ "παραθετικά", "θετικός" ] }, { "form": "more quality", "raw_tags": [ "παραθετικά", "συγκριτικός" ] }, { "form": "most quality", "raw_tags": [ "παραθετικά", "υπερθετικός" ] } ], "lang": "English", "lang_code": "en", "pos": "adj", "senses": [ { "examples": [ { "text": "quality theater/cinema/movies - θέατρο/κινηματογράφος/ταινίες ποιότητας" }, { "text": "quality products/work - προϊόντα/εργασία ποιότητας" }, { "text": "top quality brand-name linens - επώνυμα λευκά είδη κορυφαίας ποιότητας" }, { "text": "It’s good quality milk.", "translation": "Το γάλα είναι καλής ποιότητας." } ], "glosses": [ "ποιότητας" ], "id": "el-quality-en-adj-2DPOccuz", "raw_tags": [ "μόνο πριν από το ουσιαστικό" ] } ], "word": "quality" } { "forms": [ { "form": "quality" }, { "form": "en-noun-ies", "tags": [ "inflection-template" ] }, { "form": "quality", "raw_tags": [ "ενικός" ] }, { "form": "qualities", "raw_tags": [ "πληθυντικός" ] } ], "lang": "English", "lang_code": "en", "pos": "noun", "related": [ { "word": "quality control" }, { "word": "QoS" } ], "senses": [ { "examples": [ { "text": "Economic development must lead to an improvement in the quality of our lives.", "translation": "H οικονομική ανάπτυξη πρέπει να οδηγεί σε βελτίωση της ποιότητας της ζωής μας." }, { "text": "the quality of food/clothes/cars - η ποιότητα των τροφών/των ρούχων/των αυτοκινήτων" }, { "text": "good/high/excellent/average/bad quality - καλή/υψηλή/άριστη/μέτρια/κακή ποιότητα" } ], "glosses": [ "η ποιότητα, το σύνολο των ιδιοτήτων που χαρακτηρίζουν κάποιον ή κάτι, πόσο καλό ή κακό είναι κάτι" ], "id": "el-quality-en-noun-zU87Vrf2", "raw_tags": [ "μετρήσιμο και μη μετρήσιμο" ] }, { "examples": [ { "text": "The name of the manufacturer guarantees quality.", "translation": "Tο όνομα του κατασκευαστή εγγυάται την ποιότητα." }, { "text": "This quality costs more.", "translation": "Aυτή η ποιότητα κοστίζει ακριβότερα." }, { "text": "I always buy quality.", "translation": "Aγοράζω πάντα ποιότητα." } ], "glosses": [ "η ποιότητα, ανώτερος βαθμός" ], "id": "el-quality-en-noun-nho2B2hV", "raw_tags": [ "μη μετρήσιμο" ] }, { "examples": [ { "text": "His most outstanding quality is honesty.", "translation": "Το κυριότερο χαρακτηριστικό του είναι τιμιότητα." }, { "text": "She has many good qualities.", "translation": "Έχει πολλές καλές ιδιότητες." }, { "text": "He has the quality of inspiring confidence.", "translation": "Έχει την ικανότητα να εμπνέει εμπιστοσύνη." }, { "text": "≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη characteristic" } ], "glosses": [ "το χαρακτηριστικό, η ιδιότητα, η ικανότητα, κάτι που είναι μέρος του χαρακτήρα ενός προσώπου, ειδικά κάτι καλό" ], "id": "el-quality-en-noun-k~hgT2PY", "raw_tags": [ "μετρήσιμο" ] }, { "examples": [ { "text": "herbs with healing qualities - βότανα με θεραπευτικές ιδιότητες" }, { "text": "≈ συνώνυμα: property" } ], "glosses": [ "η ιδιότητα, ένα χαρακτηριστικό κάποιου ή κάτι, ειδικά αυτό που τον κάνει διαφορετικό από κάποιον ή κάτι άλλο" ], "id": "el-quality-en-noun-3lXwXQgP", "raw_tags": [ "μετρήσιμο και μη μετρήσιμο" ] } ], "word": "quality" }
{ "forms": [ { "form": "quality" }, { "form": "en-adj", "tags": [ "inflection-template" ] }, { "form": "quality", "raw_tags": [ "παραθετικά", "θετικός" ] }, { "form": "more quality", "raw_tags": [ "παραθετικά", "συγκριτικός" ] }, { "form": "most quality", "raw_tags": [ "παραθετικά", "υπερθετικός" ] } ], "lang": "English", "lang_code": "en", "pos": "adj", "senses": [ { "examples": [ { "text": "quality theater/cinema/movies - θέατρο/κινηματογράφος/ταινίες ποιότητας" }, { "text": "quality products/work - προϊόντα/εργασία ποιότητας" }, { "text": "top quality brand-name linens - επώνυμα λευκά είδη κορυφαίας ποιότητας" }, { "text": "It’s good quality milk.", "translation": "Το γάλα είναι καλής ποιότητας." } ], "glosses": [ "ποιότητας" ], "raw_tags": [ "μόνο πριν από το ουσιαστικό" ] } ], "word": "quality" } { "forms": [ { "form": "quality" }, { "form": "en-noun-ies", "tags": [ "inflection-template" ] }, { "form": "quality", "raw_tags": [ "ενικός" ] }, { "form": "qualities", "raw_tags": [ "πληθυντικός" ] } ], "lang": "English", "lang_code": "en", "pos": "noun", "related": [ { "word": "quality control" }, { "word": "QoS" } ], "senses": [ { "examples": [ { "text": "Economic development must lead to an improvement in the quality of our lives.", "translation": "H οικονομική ανάπτυξη πρέπει να οδηγεί σε βελτίωση της ποιότητας της ζωής μας." }, { "text": "the quality of food/clothes/cars - η ποιότητα των τροφών/των ρούχων/των αυτοκινήτων" }, { "text": "good/high/excellent/average/bad quality - καλή/υψηλή/άριστη/μέτρια/κακή ποιότητα" } ], "glosses": [ "η ποιότητα, το σύνολο των ιδιοτήτων που χαρακτηρίζουν κάποιον ή κάτι, πόσο καλό ή κακό είναι κάτι" ], "raw_tags": [ "μετρήσιμο και μη μετρήσιμο" ] }, { "examples": [ { "text": "The name of the manufacturer guarantees quality.", "translation": "Tο όνομα του κατασκευαστή εγγυάται την ποιότητα." }, { "text": "This quality costs more.", "translation": "Aυτή η ποιότητα κοστίζει ακριβότερα." }, { "text": "I always buy quality.", "translation": "Aγοράζω πάντα ποιότητα." } ], "glosses": [ "η ποιότητα, ανώτερος βαθμός" ], "raw_tags": [ "μη μετρήσιμο" ] }, { "examples": [ { "text": "His most outstanding quality is honesty.", "translation": "Το κυριότερο χαρακτηριστικό του είναι τιμιότητα." }, { "text": "She has many good qualities.", "translation": "Έχει πολλές καλές ιδιότητες." }, { "text": "He has the quality of inspiring confidence.", "translation": "Έχει την ικανότητα να εμπνέει εμπιστοσύνη." }, { "text": "≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη characteristic" } ], "glosses": [ "το χαρακτηριστικό, η ιδιότητα, η ικανότητα, κάτι που είναι μέρος του χαρακτήρα ενός προσώπου, ειδικά κάτι καλό" ], "raw_tags": [ "μετρήσιμο" ] }, { "examples": [ { "text": "herbs with healing qualities - βότανα με θεραπευτικές ιδιότητες" }, { "text": "≈ συνώνυμα: property" } ], "glosses": [ "η ιδιότητα, ένα χαρακτηριστικό κάποιου ή κάτι, ειδικά αυτό που τον κάνει διαφορετικό από κάποιον ή κάτι άλλο" ], "raw_tags": [ "μετρήσιμο και μη μετρήσιμο" ] } ], "word": "quality" }
Download raw JSONL data for quality meaning in English (3.8kB)
This page is a part of the kaikki.org machine-readable English dictionary. This dictionary is based on structured data extracted on 2025-08-15 from the elwiktionary dump dated 2025-08-01 using wiktextract (fb173d2 and 3c020d2). The data shown on this site has been post-processed and various details (e.g., extra categories) removed, some information disambiguated, and additional data merged from other sources. See the raw data download page for the unprocessed wiktextract data.
If you use this data in academic research, please cite Tatu Ylonen: Wiktextract: Wiktionary as Machine-Readable Structured Data, Proceedings of the 13th Conference on Language Resources and Evaluation (LREC), pp. 1317-1325, Marseille, 20-25 June 2022. Linking to the relevant page(s) under https://kaikki.org would also be greatly appreciated.