"ὕφαλος" meaning in Ancient Greek

See ὕφαλος in All languages combined, or Wiktionary

Adjective

Forms: ὕφαλος, -ος, -ον
Etymology: : ὕφαλος πιθανόν ήδη τον 6ο/5ο αιώνα πκε σε απόσπασμα του Αισχύλου < ὕφ- + -αλος. Αναλύεται σε ὕφ- (ὑπό) + ἁλός (: γενική ενικού της λέξης ἅλς)
  1. υποθαλάσσιος
    Sense id: el-ὕφαλος-grc-adj-dJhaP0~n
  2. πανούργος, ύπουλος
    Sense id: el-ὕφαλος-grc-adj-awfst8B~ Categories (other): Μεταφορικοί όροι (αρχαία ελληνικά)
  3. λίγο αλμυρός
    Sense id: el-ὕφαλος-grc-adj-tqGZojwW
The following are not (yet) sense-disambiguated
Related terms: ἔναλος, ἔξαλος, ἔφαλος, και=1, ὑπό, ἅλς, γλ=grc
{
  "categories": [
    {
      "kind": "other",
      "name": "Λέξεις με επίθημα -αλος (αρχαία ελληνικά)",
      "parents": [],
      "source": "w"
    },
    {
      "kind": "other",
      "name": "Λέξεις με πρόθημα ὕφ- (αρχαία ελληνικά)",
      "parents": [],
      "source": "w"
    }
  ],
  "etymology_text": ": ὕφαλος πιθανόν ήδη τον 6ο/5ο αιώνα πκε σε απόσπασμα του Αισχύλου < ὕφ- + -αλος. Αναλύεται σε ὕφ- (ὑπό) + ἁλός (: γενική ενικού της λέξης ἅλς)",
  "forms": [
    {
      "form": "ὕφαλος"
    },
    {
      "form": "-ος"
    },
    {
      "form": "-ον"
    }
  ],
  "lang": "Ancient Greek",
  "lang_code": "grc",
  "pos": "adj",
  "related": [
    {
      "word": "ἔναλος"
    },
    {
      "word": "ἔξαλος"
    },
    {
      "word": "ἔφαλος"
    },
    {
      "word": "και=1"
    },
    {
      "word": "ὑπό"
    },
    {
      "word": "ἅλς"
    },
    {
      "word": "γλ=grc"
    }
  ],
  "senses": [
    {
      "examples": [
        {
          "text": "※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Σοφοκλῆς, Ἀντιγόνη, στίχ. 589 (586-589)",
          "translation": "ὁμοῖον ὥστε πόντιον | οἶδμα δυσπνόοις ὅταν | Θρῄσσῃσιν ἔρεβος ὕφαλον ἐπιδράμῃ πνοαῖς,\n#:::Σαν το φουσκωμένο κύμα | στου Πόντου την ανεμοζάλη, | που το πιάνει απ᾽ τη Θράκη ο σίφουνας και το ρίχνει στον τρισκότιδο βυθό\n#:::Μετάφραση (1912): Κωνσταντίνος Χρηστομάνος @greek-language.gr"
        },
        {
          "text": "※ 2ος αιώνας πκε αιώνας ⌘ Πολύβιος, Ἱστορίαι, 16.3.2 @scaife.perseus",
          "translation": "Ἄτταλος μὲν οὖν συμπεσὼν ὀκτήρει, καὶ προεμβαλὼν ταύτῃ καιρίαν καὶ ὕφαλον πληγήν, ἐπὶ πολὺ τῶν ἐπὶ τοῦ καταστρώματος ἀγωνισαμένων τέλος ἐβύθισε τὴν ναῦν.\n#:::ΣτΕ:Η έκφραση ὕφαλος πληγή αναφέρεται σε βλάβη που υπέστη το πλοίο σε σημείο κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας."
        },
        {
          "text": "※ 2ος αιώνας κε αιώνας ⌘ Παυσανίας, Ἑλλάδος περιήγησις/Κορινθιακά, 2.29.6 @scaife.perseus",
          "translation": "πέτραι τε γὰρ ὕφαλοι περὶ πᾶσαν καὶ χοιράδες ἀνεστήκασι."
        }
      ],
      "glosses": [
        "υποθαλάσσιος"
      ],
      "id": "el-ὕφαλος-grc-adj-dJhaP0~n"
    },
    {
      "categories": [
        {
          "kind": "other",
          "name": "Μεταφορικοί όροι (αρχαία ελληνικά)",
          "parents": [],
          "source": "w"
        }
      ],
      "examples": [
        {
          "text": "※ 4ος αιώνας κε αιώνας Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Λόγος μγ΄. Ἐπιτάφιος εἰς τὸν Μέγαν Βασίλειον Ἐπίσκοπον Καισαρείας Καππαδοκίας, 17",
          "translation": "Τοῦτο ἡμῖν τῆς φιλίας προοίμιον· ἐντεῦθεν ὁ τῆς συναφείας σπινθήρ· οὕτως ἐπ᾿ ἀλλήλοις ἐτρώθημεν. Ἔπειτα συνηνέχθη τι καὶ τοιοῦτον· οὐδὲ γὰρ τοῦτο παραλι πεῖν ἄξιον. Οὐχ ἁπλοῦν γένος εὑρίσκω τοὺς Ἀρμενίους, ἀλλὰ καὶ λίαν κρυπτόν τι καὶ ὕφαλον."
        }
      ],
      "glosses": [
        "πανούργος, ύπουλος"
      ],
      "id": "el-ὕφαλος-grc-adj-awfst8B~",
      "raw_tags": [
        "για ανθρώπους",
        "μεταφορικά"
      ]
    },
    {
      "glosses": [
        "λίγο αλμυρός"
      ],
      "id": "el-ὕφαλος-grc-adj-tqGZojwW"
    }
  ],
  "word": "ὕφαλος"
}
{
  "categories": [
    "Λέξεις με επίθημα -αλος (αρχαία ελληνικά)",
    "Λέξεις με πρόθημα ὕφ- (αρχαία ελληνικά)"
  ],
  "etymology_text": ": ὕφαλος πιθανόν ήδη τον 6ο/5ο αιώνα πκε σε απόσπασμα του Αισχύλου < ὕφ- + -αλος. Αναλύεται σε ὕφ- (ὑπό) + ἁλός (: γενική ενικού της λέξης ἅλς)",
  "forms": [
    {
      "form": "ὕφαλος"
    },
    {
      "form": "-ος"
    },
    {
      "form": "-ον"
    }
  ],
  "lang": "Ancient Greek",
  "lang_code": "grc",
  "pos": "adj",
  "related": [
    {
      "word": "ἔναλος"
    },
    {
      "word": "ἔξαλος"
    },
    {
      "word": "ἔφαλος"
    },
    {
      "word": "και=1"
    },
    {
      "word": "ὑπό"
    },
    {
      "word": "ἅλς"
    },
    {
      "word": "γλ=grc"
    }
  ],
  "senses": [
    {
      "examples": [
        {
          "text": "※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Σοφοκλῆς, Ἀντιγόνη, στίχ. 589 (586-589)",
          "translation": "ὁμοῖον ὥστε πόντιον | οἶδμα δυσπνόοις ὅταν | Θρῄσσῃσιν ἔρεβος ὕφαλον ἐπιδράμῃ πνοαῖς,\n#:::Σαν το φουσκωμένο κύμα | στου Πόντου την ανεμοζάλη, | που το πιάνει απ᾽ τη Θράκη ο σίφουνας και το ρίχνει στον τρισκότιδο βυθό\n#:::Μετάφραση (1912): Κωνσταντίνος Χρηστομάνος @greek-language.gr"
        },
        {
          "text": "※ 2ος αιώνας πκε αιώνας ⌘ Πολύβιος, Ἱστορίαι, 16.3.2 @scaife.perseus",
          "translation": "Ἄτταλος μὲν οὖν συμπεσὼν ὀκτήρει, καὶ προεμβαλὼν ταύτῃ καιρίαν καὶ ὕφαλον πληγήν, ἐπὶ πολὺ τῶν ἐπὶ τοῦ καταστρώματος ἀγωνισαμένων τέλος ἐβύθισε τὴν ναῦν.\n#:::ΣτΕ:Η έκφραση ὕφαλος πληγή αναφέρεται σε βλάβη που υπέστη το πλοίο σε σημείο κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας."
        },
        {
          "text": "※ 2ος αιώνας κε αιώνας ⌘ Παυσανίας, Ἑλλάδος περιήγησις/Κορινθιακά, 2.29.6 @scaife.perseus",
          "translation": "πέτραι τε γὰρ ὕφαλοι περὶ πᾶσαν καὶ χοιράδες ἀνεστήκασι."
        }
      ],
      "glosses": [
        "υποθαλάσσιος"
      ]
    },
    {
      "categories": [
        "Μεταφορικοί όροι (αρχαία ελληνικά)"
      ],
      "examples": [
        {
          "text": "※ 4ος αιώνας κε αιώνας Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Λόγος μγ΄. Ἐπιτάφιος εἰς τὸν Μέγαν Βασίλειον Ἐπίσκοπον Καισαρείας Καππαδοκίας, 17",
          "translation": "Τοῦτο ἡμῖν τῆς φιλίας προοίμιον· ἐντεῦθεν ὁ τῆς συναφείας σπινθήρ· οὕτως ἐπ᾿ ἀλλήλοις ἐτρώθημεν. Ἔπειτα συνηνέχθη τι καὶ τοιοῦτον· οὐδὲ γὰρ τοῦτο παραλι πεῖν ἄξιον. Οὐχ ἁπλοῦν γένος εὑρίσκω τοὺς Ἀρμενίους, ἀλλὰ καὶ λίαν κρυπτόν τι καὶ ὕφαλον."
        }
      ],
      "glosses": [
        "πανούργος, ύπουλος"
      ],
      "raw_tags": [
        "για ανθρώπους",
        "μεταφορικά"
      ]
    },
    {
      "glosses": [
        "λίγο αλμυρός"
      ]
    }
  ],
  "word": "ὕφαλος"
}

Download raw JSONL data for ὕφαλος meaning in Ancient Greek (3.3kB)


This page is a part of the kaikki.org machine-readable Ancient Greek dictionary. This dictionary is based on structured data extracted on 2025-08-18 from the elwiktionary dump dated 2025-08-01 using wiktextract (0c45963 and 3c020d2). The data shown on this site has been post-processed and various details (e.g., extra categories) removed, some information disambiguated, and additional data merged from other sources. See the raw data download page for the unprocessed wiktextract data.

If you use this data in academic research, please cite Tatu Ylonen: Wiktextract: Wiktionary as Machine-Readable Structured Data, Proceedings of the 13th Conference on Language Resources and Evaluation (LREC), pp. 1317-1325, Marseille, 20-25 June 2022. Linking to the relevant page(s) under https://kaikki.org would also be greatly appreciated.