"so" meaning in English

See so in All languages combined, or Wiktionary

Adverb

  1. τόσο, σε τέτοιο βαθμό
    Sense id: el-so-en-adv-5AKnkShq
  2. τόσο, εννοείται πολύ
    Sense id: el-so-en-adv-FTfa7GjX
  3. (not so…(as)) δεν είναι τόσο…ώστε/όσο, περισσότερο…παρά, χρησιμοποιείται σε συγκρίσεις, όχι στον ίδιο βαθμό
    Sense id: el-so-en-adv-mRX1nipj
  4. έτσι, αυτό, χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε κάτι που έχει ήδη αναφερθεί
    Sense id: el-so-en-adv-ZXigOKG2
  5. το ίδιο, και
    Sense id: el-so-en-adv-O4hIfdpo
  6. πράγματι, χρησιμοποιείται για να συμφωνήσω ότι κάτι είναι αλήθεια, ειδικά όταν εκπλήσσομαι
    Sense id: el-so-en-adv-qkjOmz0o
  7. έτσι, χρησιμοποιείται όταν δείχνω σε κάποιον πώς να κάνει κάτι ή του λέω πώς συνέβη κάτι
    Sense id: el-so-en-adv-8YWYGxLm
The following are not (yet) sense-disambiguated
Related terms: so many, so much, or so, so far, so far so good, so long as, so much for, so much so

Conjunction

  1. λοιπόν, για αυτό, οπότε, άρα, χρησιμοποιείται για να δείξει τον λόγο για κάτι
    Sense id: el-so-en-conj-71nGcngC
  2. (so (that)) για να, ώστε (να), να, να μην, χρησιμοποιείται για να δείξει το σκοπό για κάτι
    Sense id: el-so-en-conj-EsLolJuj
  3. έτσι, χρησιμοποιείται για να δείξει το αποτέλεσμα κάτι
    Sense id: el-so-en-conj-GKiTm~7g
  4. λοιπόν, χρησιμοποιείται για την εισαγωγή ενός σχολίου ή μιας ερώτησης
    Sense id: el-so-en-conj-hymNQT-Z Categories (other): Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)
  5. έτσι, χρησιμοποιείται για την εισαγωγή του επόμενου μέρους μιας ιστορίας
    Sense id: el-so-en-conj-30lOH5CY
  6. λοιπόν, χρησιμοποιείται για να δείξει ότι πιστεύω ότι κάτι δεν είναι σημαντικό, ειδικά αφού κάποιος με έχει επικρίνει γι' αυτό
    Sense id: el-so-en-conj-U3Gf2DEP Categories (other): Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)
  7. λοιπόν, χρησιμοποιείται όταν κάνω μια τελική δήλωση
    Sense id: el-so-en-conj-53Zct-Nh Categories (other): Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)
  8. λοιπόν, οπότε, χρησιμοποιείται σε ερωτήσεις για να αναφέρεται σε κάτι που μόλις ειπώθηκε
    Sense id: el-so-en-conj-l-qxMdxO Categories (other): Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)
The following are not (yet) sense-disambiguated
Related terms: so what

Interjection

  1. λοιπόν, προς δήλωση έκπληξης ή ανακούφισης ή μετά από μια παύση για να ξεκινήσει μια νέα πρόταση
    Sense id: el-so-en-intj-uS7UI7Yk
{
  "lang": "English",
  "lang_code": "en",
  "pos": "adv",
  "related": [
    {
      "word": "so many"
    },
    {
      "word": "so much"
    },
    {
      "word": "or so"
    },
    {
      "word": "so far"
    },
    {
      "word": "so far so good"
    },
    {
      "word": "so long as"
    },
    {
      "word": "so much for"
    },
    {
      "word": "so much so"
    }
  ],
  "senses": [
    {
      "examples": [
        {
          "text": "I can’t walk so far.",
          "translation": "Δεν μπορώ να περπατήσω τόσο μακριά."
        },
        {
          "text": "Is it so late?",
          "translation": "Τόσο αργά είναι;"
        },
        {
          "text": "I am not so sure of that.",
          "translation": "Δεν είμαι και τόσο βέβαιος γι' αυτό."
        },
        {
          "text": "He was so mad that he couldn’t talk.",
          "translation": "Ήταν τόσο θυμωμένος που δεν μπορούσε να μιλήσει."
        },
        {
          "text": "Would you be so kind as to help me? (βρετανικά αγγλικά, επίσημο)",
          "translation": "Θα είχατε την καλοσύνη να με βοηθήσετε;"
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: that"
        }
      ],
      "glosses": [
        "τόσο, σε τέτοιο βαθμό"
      ],
      "id": "el-so-en-adv-5AKnkShq"
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "He is so tall.",
          "translation": "Είναι τόσο ψηλός."
        },
        {
          "text": "It is so kind of you!",
          "translation": "Είναι τόσο ευγενικό εκ μέρους σας!"
        },
        {
          "text": "I can’t stay so long.",
          "translation": "Δεν μπορώ να μείνω τόσο πολύ."
        },
        {
          "text": "It was still so early.",
          "translation": "Ήταν πολύ νωρίς ακόμα."
        },
        {
          "text": "He is so good but Peter is so much better.",
          "translation": "Είναι πολύ καλός αλλά ο Πέτρος είναι πολύ καλύτερος."
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: very, really, → και δείτε τη λέξη extremely"
        }
      ],
      "glosses": [
        "τόσο, εννοείται πολύ"
      ],
      "id": "el-so-en-adv-FTfa7GjX"
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "He is not so stupid (as) to do that.",
          "translation": "Δεν είναι τόσο ανόητος ώστε να κάμει τέτοιο πράγμα."
        },
        {
          "text": "He is not so smart a kid as his brother.",
          "translation": "Δεν είναι τόσο έξυπνο παιδί όσο ο αδελφός του."
        },
        {
          "text": "He was not so angry as disappointed.",
          "translation": "Ήταν περισσότερο απογοητευμένος παρά θυμωμένος."
        }
      ],
      "glosses": [
        "(not so…(as)) δεν είναι τόσο…ώστε/όσο, περισσότερο…παρά, χρησιμοποιείται σε συγκρίσεις, όχι στον ίδιο βαθμό"
      ],
      "id": "el-so-en-adv-mRX1nipj"
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "-“Will he come?” -“I believe/hope/think/suppose so.”",
          "translation": "-«Θα έρθει;» -«Έτσι πιστεύω/ελπίζω/νομίζω/υποθέτω.»"
        },
        {
          "text": "So, and only so, can it be done.",
          "translation": "Έτσι και μόνον έτσι μπορεί να γίνει."
        },
        {
          "text": "We have arranged things like so, so that…",
          "translation": "Κανονίσαμε έτσι τα πράγματα ώστε…"
        },
        {
          "text": "You can't do it like so.",
          "translation": "Δεν μπορείς να το κάνεις έτσι."
        },
        {
          "text": "Anyone will tell you so.",
          "translation": "Ο καθένας θα σας το πει αυτό."
        },
        {
          "text": "I told you so!",
          "translation": "Σου το είπα εγώ!"
        },
        {
          "text": "I think so.",
          "translation": "Το σκέφτηκα."
        },
        {
          "text": "if so - σε τέτοια περίπτωση, αν ναι"
        },
        {
          "text": "→ δείτε τους όρους thus, like so, like that και that way"
        }
      ],
      "glosses": [
        "έτσι, αυτό, χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε κάτι που έχει ήδη αναφερθεί"
      ],
      "id": "el-so-en-adv-ZXigOKG2"
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "I’m Greek and so is my teacher.",
          "translation": "Είμαι Έλληνας και το ίδιο είναι κι ο δάσκαλός μου."
        },
        {
          "text": "-“I speak English.” -“So do I!”",
          "translation": "-«Μιλώ αγγλικά.» -«Κι εγώ!»"
        }
      ],
      "glosses": [
        "το ίδιο, και"
      ],
      "id": "el-so-en-adv-O4hIfdpo"
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "-“The door is open.” -“So it is!”",
          "translation": "-«Η πόρτα είναι ανοιχτή.» -«Πραγμάτι είναι!»"
        }
      ],
      "glosses": [
        "πράγματι, χρησιμοποιείται για να συμφωνήσω ότι κάτι είναι αλήθεια, ειδικά όταν εκπλήσσομαι"
      ],
      "id": "el-so-en-adv-qkjOmz0o"
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "Keep your body straight, like so!",
          "translation": "Κράτα ίσια το κορμί σου, έτσι!"
        }
      ],
      "glosses": [
        "έτσι, χρησιμοποιείται όταν δείχνω σε κάποιον πώς να κάνει κάτι ή του λέω πώς συνέβη κάτι"
      ],
      "id": "el-so-en-adv-8YWYGxLm"
    }
  ],
  "word": "so"
}

{
  "lang": "English",
  "lang_code": "en",
  "pos": "intj",
  "senses": [
    {
      "examples": [
        {
          "text": "So, you are not coming?",
          "translation": "Λοιπόν δεν έρχεσαι, ε;"
        },
        {
          "text": "So, here we are at last!",
          "translation": "Λοιπόν φτάσαμε επιτέλους!"
        },
        {
          "text": "So, as I was saying…",
          "translation": "Λοιπόν, όπως έλεγα…"
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: → δείτε το επιφώνημα look"
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, προς δήλωση έκπληξης ή ανακούφισης ή μετά από μια παύση για να ξεκινήσει μια νέα πρόταση"
      ],
      "id": "el-so-en-intj-uS7UI7Yk"
    }
  ],
  "word": "so"
}

{
  "lang": "English",
  "lang_code": "en",
  "pos": "conj",
  "related": [
    {
      "word": "so what"
    }
  ],
  "senses": [
    {
      "examples": [
        {
          "text": "We don’t have money; so, we will no go on vacation this year.",
          "translation": "Δεν έχουμε λεφτά· λοιπόν, δεν θα πάμε διακοπές φέτος."
        },
        {
          "text": "It’s late; so good night",
          "translation": "Είναι αργά· καληνύχτα λοιπόν"
        },
        {
          "text": "They cost a lot of money, so use them carefully.",
          "translation": "Κοστίζουν ένα σωρό λεφτά, γι' αυτό να τα χρησιμοποιείς προσεχτικά."
        },
        {
          "text": "We were full so we didn’t go to the restaurant.",
          "translation": "Ήμασταν φαγωμένοι οπότε δεν πήγαμε στο εστιατόριο."
        },
        {
          "text": "Whatever he die he did consciously, so he is responsible.",
          "translation": "Ό,τι έκανε το έκανε συνειδητά, άρα είναι υπεύθυνος."
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη therefore"
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, για αυτό, οπότε, άρα, χρησιμοποιείται για να δείξει τον λόγο για κάτι"
      ],
      "id": "el-so-en-conj-71nGcngC"
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "I bought a map so I don’t become lost in the city.",
          "translation": "Αγόρασα έναν χάρτη για να μη χαθώ στην πόλη."
        },
        {
          "text": "Come a little closer, so that I see you.",
          "translation": "Έλα λίγο πιο εδώ, για να σε βλέπω."
        },
        {
          "text": "Speak clearly so I can understand you.",
          "translation": "Μιλά καθαρά ώστε να μπορέσω να σε καταλάβω."
        },
        {
          "text": "I will be ready so that I’m not making you wait.",
          "translation": "Θα είμαι έτοιμος ώστε να μη σε κάνω να περιμένεις."
        },
        {
          "text": "Darkness had fallen everywhere, so you could hardly move forward.",
          "translation": "Σκοτάδι ήταν απλωμένο παντού, ώστε δύσκολα μπορούσες να προχωρήσεις."
        },
        {
          "text": "You should come tomorrow so we can see you.",
          "translation": "Να 'ρθεις αύριο να σε δούμε."
        },
        {
          "text": "Let Dimitri go and buy a newspaper, so grandpa doesn’t get tired!",
          "translation": "Ας πάει ο Δημήτρης να αγοράσει εφημερίδα, να μην κουράζεται ο παππούς!"
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη therefore"
        }
      ],
      "glosses": [
        "(so (that)) για να, ώστε (να), να, να μην, χρησιμοποιείται για να δείξει το σκοπό για κάτι"
      ],
      "id": "el-so-en-conj-EsLolJuj"
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "He told me to go and so I went.",
          "translation": "Μου είπε να πάω, κι έτσι πήγα."
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη therefore"
        }
      ],
      "glosses": [
        "έτσι, χρησιμοποιείται για να δείξει το αποτέλεσμα κάτι"
      ],
      "id": "el-so-en-conj-GKiTm~7g"
    },
    {
      "categories": [
        {
          "kind": "other",
          "name": "Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)",
          "parents": [],
          "source": "w"
        }
      ],
      "examples": [
        {
          "text": "Come on, so, tell me what happened.",
          "translation": "Εμπρός λοιπόν, πες μου τι συνέβη."
        },
        {
          "text": "So, where have you been?",
          "translation": "Λοιπόν, που ήσουν;"
        },
        {
          "text": "So, what should we do, want to dance?",
          "translation": "Λοιπόν, τι θα κάνουμε, θα χορέψουμε;"
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, χρησιμοποιείται για την εισαγωγή ενός σχολίου ή μιας ερώτησης"
      ],
      "id": "el-so-en-conj-hymNQT-Z",
      "raw_tags": [
        "ανεπίσημο"
      ]
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "So he lost all his money.",
          "translation": "Έτσι έχασε όλα του τα χρήματα."
        }
      ],
      "glosses": [
        "έτσι, χρησιμοποιείται για την εισαγωγή του επόμενου μέρους μιας ιστορίας"
      ],
      "id": "el-so-en-conj-30lOH5CY"
    },
    {
      "categories": [
        {
          "kind": "other",
          "name": "Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)",
          "parents": [],
          "source": "w"
        }
      ],
      "examples": [
        {
          "text": "It happened, so what?",
          "translation": "Και λοιπόν τι έγινε;"
        },
        {
          "text": "→ δείτε την έκφραση so what"
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, χρησιμοποιείται για να δείξει ότι πιστεύω ότι κάτι δεν είναι σημαντικό, ειδικά αφού κάποιος με έχει επικρίνει γι' αυτό"
      ],
      "id": "el-so-en-conj-U3Gf2DEP",
      "raw_tags": [
        "ανεπίσημο"
      ]
    },
    {
      "categories": [
        {
          "kind": "other",
          "name": "Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)",
          "parents": [],
          "source": "w"
        }
      ],
      "examples": [
        {
          "text": "Very good, so, I will go with you.",
          "translation": "Πολύ καλά λοιπόν, θα έρθω μαζί σου."
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, χρησιμοποιείται όταν κάνω μια τελική δήλωση"
      ],
      "id": "el-so-en-conj-53Zct-Nh",
      "raw_tags": [
        "ανεπίσημο"
      ]
    },
    {
      "categories": [
        {
          "kind": "other",
          "name": "Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)",
          "parents": [],
          "source": "w"
        }
      ],
      "examples": [
        {
          "text": "So what do we do now?",
          "translation": "Λοιπόν, τι κάνουμε τώρα;"
        },
        {
          "text": "It is possible he will not come to the appointment, so what happens then?",
          "translation": "Είναι πιθανόν να μην έρθει στο ραντεβού, οπότε τι γίνεται τότε;"
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, οπότε, χρησιμοποιείται σε ερωτήσεις για να αναφέρεται σε κάτι που μόλις ειπώθηκε"
      ],
      "id": "el-so-en-conj-l-qxMdxO",
      "raw_tags": [
        "ανεπίσημο"
      ]
    }
  ],
  "word": "so"
}
{
  "lang": "English",
  "lang_code": "en",
  "pos": "adv",
  "related": [
    {
      "word": "so many"
    },
    {
      "word": "so much"
    },
    {
      "word": "or so"
    },
    {
      "word": "so far"
    },
    {
      "word": "so far so good"
    },
    {
      "word": "so long as"
    },
    {
      "word": "so much for"
    },
    {
      "word": "so much so"
    }
  ],
  "senses": [
    {
      "examples": [
        {
          "text": "I can’t walk so far.",
          "translation": "Δεν μπορώ να περπατήσω τόσο μακριά."
        },
        {
          "text": "Is it so late?",
          "translation": "Τόσο αργά είναι;"
        },
        {
          "text": "I am not so sure of that.",
          "translation": "Δεν είμαι και τόσο βέβαιος γι' αυτό."
        },
        {
          "text": "He was so mad that he couldn’t talk.",
          "translation": "Ήταν τόσο θυμωμένος που δεν μπορούσε να μιλήσει."
        },
        {
          "text": "Would you be so kind as to help me? (βρετανικά αγγλικά, επίσημο)",
          "translation": "Θα είχατε την καλοσύνη να με βοηθήσετε;"
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: that"
        }
      ],
      "glosses": [
        "τόσο, σε τέτοιο βαθμό"
      ]
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "He is so tall.",
          "translation": "Είναι τόσο ψηλός."
        },
        {
          "text": "It is so kind of you!",
          "translation": "Είναι τόσο ευγενικό εκ μέρους σας!"
        },
        {
          "text": "I can’t stay so long.",
          "translation": "Δεν μπορώ να μείνω τόσο πολύ."
        },
        {
          "text": "It was still so early.",
          "translation": "Ήταν πολύ νωρίς ακόμα."
        },
        {
          "text": "He is so good but Peter is so much better.",
          "translation": "Είναι πολύ καλός αλλά ο Πέτρος είναι πολύ καλύτερος."
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: very, really, → και δείτε τη λέξη extremely"
        }
      ],
      "glosses": [
        "τόσο, εννοείται πολύ"
      ]
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "He is not so stupid (as) to do that.",
          "translation": "Δεν είναι τόσο ανόητος ώστε να κάμει τέτοιο πράγμα."
        },
        {
          "text": "He is not so smart a kid as his brother.",
          "translation": "Δεν είναι τόσο έξυπνο παιδί όσο ο αδελφός του."
        },
        {
          "text": "He was not so angry as disappointed.",
          "translation": "Ήταν περισσότερο απογοητευμένος παρά θυμωμένος."
        }
      ],
      "glosses": [
        "(not so…(as)) δεν είναι τόσο…ώστε/όσο, περισσότερο…παρά, χρησιμοποιείται σε συγκρίσεις, όχι στον ίδιο βαθμό"
      ]
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "-“Will he come?” -“I believe/hope/think/suppose so.”",
          "translation": "-«Θα έρθει;» -«Έτσι πιστεύω/ελπίζω/νομίζω/υποθέτω.»"
        },
        {
          "text": "So, and only so, can it be done.",
          "translation": "Έτσι και μόνον έτσι μπορεί να γίνει."
        },
        {
          "text": "We have arranged things like so, so that…",
          "translation": "Κανονίσαμε έτσι τα πράγματα ώστε…"
        },
        {
          "text": "You can't do it like so.",
          "translation": "Δεν μπορείς να το κάνεις έτσι."
        },
        {
          "text": "Anyone will tell you so.",
          "translation": "Ο καθένας θα σας το πει αυτό."
        },
        {
          "text": "I told you so!",
          "translation": "Σου το είπα εγώ!"
        },
        {
          "text": "I think so.",
          "translation": "Το σκέφτηκα."
        },
        {
          "text": "if so - σε τέτοια περίπτωση, αν ναι"
        },
        {
          "text": "→ δείτε τους όρους thus, like so, like that και that way"
        }
      ],
      "glosses": [
        "έτσι, αυτό, χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε κάτι που έχει ήδη αναφερθεί"
      ]
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "I’m Greek and so is my teacher.",
          "translation": "Είμαι Έλληνας και το ίδιο είναι κι ο δάσκαλός μου."
        },
        {
          "text": "-“I speak English.” -“So do I!”",
          "translation": "-«Μιλώ αγγλικά.» -«Κι εγώ!»"
        }
      ],
      "glosses": [
        "το ίδιο, και"
      ]
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "-“The door is open.” -“So it is!”",
          "translation": "-«Η πόρτα είναι ανοιχτή.» -«Πραγμάτι είναι!»"
        }
      ],
      "glosses": [
        "πράγματι, χρησιμοποιείται για να συμφωνήσω ότι κάτι είναι αλήθεια, ειδικά όταν εκπλήσσομαι"
      ]
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "Keep your body straight, like so!",
          "translation": "Κράτα ίσια το κορμί σου, έτσι!"
        }
      ],
      "glosses": [
        "έτσι, χρησιμοποιείται όταν δείχνω σε κάποιον πώς να κάνει κάτι ή του λέω πώς συνέβη κάτι"
      ]
    }
  ],
  "word": "so"
}

{
  "lang": "English",
  "lang_code": "en",
  "pos": "intj",
  "senses": [
    {
      "examples": [
        {
          "text": "So, you are not coming?",
          "translation": "Λοιπόν δεν έρχεσαι, ε;"
        },
        {
          "text": "So, here we are at last!",
          "translation": "Λοιπόν φτάσαμε επιτέλους!"
        },
        {
          "text": "So, as I was saying…",
          "translation": "Λοιπόν, όπως έλεγα…"
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: → δείτε το επιφώνημα look"
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, προς δήλωση έκπληξης ή ανακούφισης ή μετά από μια παύση για να ξεκινήσει μια νέα πρόταση"
      ]
    }
  ],
  "word": "so"
}

{
  "lang": "English",
  "lang_code": "en",
  "pos": "conj",
  "related": [
    {
      "word": "so what"
    }
  ],
  "senses": [
    {
      "examples": [
        {
          "text": "We don’t have money; so, we will no go on vacation this year.",
          "translation": "Δεν έχουμε λεφτά· λοιπόν, δεν θα πάμε διακοπές φέτος."
        },
        {
          "text": "It’s late; so good night",
          "translation": "Είναι αργά· καληνύχτα λοιπόν"
        },
        {
          "text": "They cost a lot of money, so use them carefully.",
          "translation": "Κοστίζουν ένα σωρό λεφτά, γι' αυτό να τα χρησιμοποιείς προσεχτικά."
        },
        {
          "text": "We were full so we didn’t go to the restaurant.",
          "translation": "Ήμασταν φαγωμένοι οπότε δεν πήγαμε στο εστιατόριο."
        },
        {
          "text": "Whatever he die he did consciously, so he is responsible.",
          "translation": "Ό,τι έκανε το έκανε συνειδητά, άρα είναι υπεύθυνος."
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη therefore"
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, για αυτό, οπότε, άρα, χρησιμοποιείται για να δείξει τον λόγο για κάτι"
      ]
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "I bought a map so I don’t become lost in the city.",
          "translation": "Αγόρασα έναν χάρτη για να μη χαθώ στην πόλη."
        },
        {
          "text": "Come a little closer, so that I see you.",
          "translation": "Έλα λίγο πιο εδώ, για να σε βλέπω."
        },
        {
          "text": "Speak clearly so I can understand you.",
          "translation": "Μιλά καθαρά ώστε να μπορέσω να σε καταλάβω."
        },
        {
          "text": "I will be ready so that I’m not making you wait.",
          "translation": "Θα είμαι έτοιμος ώστε να μη σε κάνω να περιμένεις."
        },
        {
          "text": "Darkness had fallen everywhere, so you could hardly move forward.",
          "translation": "Σκοτάδι ήταν απλωμένο παντού, ώστε δύσκολα μπορούσες να προχωρήσεις."
        },
        {
          "text": "You should come tomorrow so we can see you.",
          "translation": "Να 'ρθεις αύριο να σε δούμε."
        },
        {
          "text": "Let Dimitri go and buy a newspaper, so grandpa doesn’t get tired!",
          "translation": "Ας πάει ο Δημήτρης να αγοράσει εφημερίδα, να μην κουράζεται ο παππούς!"
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη therefore"
        }
      ],
      "glosses": [
        "(so (that)) για να, ώστε (να), να, να μην, χρησιμοποιείται για να δείξει το σκοπό για κάτι"
      ]
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "He told me to go and so I went.",
          "translation": "Μου είπε να πάω, κι έτσι πήγα."
        },
        {
          "text": "≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη therefore"
        }
      ],
      "glosses": [
        "έτσι, χρησιμοποιείται για να δείξει το αποτέλεσμα κάτι"
      ]
    },
    {
      "categories": [
        "Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)"
      ],
      "examples": [
        {
          "text": "Come on, so, tell me what happened.",
          "translation": "Εμπρός λοιπόν, πες μου τι συνέβη."
        },
        {
          "text": "So, where have you been?",
          "translation": "Λοιπόν, που ήσουν;"
        },
        {
          "text": "So, what should we do, want to dance?",
          "translation": "Λοιπόν, τι θα κάνουμε, θα χορέψουμε;"
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, χρησιμοποιείται για την εισαγωγή ενός σχολίου ή μιας ερώτησης"
      ],
      "raw_tags": [
        "ανεπίσημο"
      ]
    },
    {
      "examples": [
        {
          "text": "So he lost all his money.",
          "translation": "Έτσι έχασε όλα του τα χρήματα."
        }
      ],
      "glosses": [
        "έτσι, χρησιμοποιείται για την εισαγωγή του επόμενου μέρους μιας ιστορίας"
      ]
    },
    {
      "categories": [
        "Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)"
      ],
      "examples": [
        {
          "text": "It happened, so what?",
          "translation": "Και λοιπόν τι έγινε;"
        },
        {
          "text": "→ δείτε την έκφραση so what"
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, χρησιμοποιείται για να δείξει ότι πιστεύω ότι κάτι δεν είναι σημαντικό, ειδικά αφού κάποιος με έχει επικρίνει γι' αυτό"
      ],
      "raw_tags": [
        "ανεπίσημο"
      ]
    },
    {
      "categories": [
        "Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)"
      ],
      "examples": [
        {
          "text": "Very good, so, I will go with you.",
          "translation": "Πολύ καλά λοιπόν, θα έρθω μαζί σου."
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, χρησιμοποιείται όταν κάνω μια τελική δήλωση"
      ],
      "raw_tags": [
        "ανεπίσημο"
      ]
    },
    {
      "categories": [
        "Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)"
      ],
      "examples": [
        {
          "text": "So what do we do now?",
          "translation": "Λοιπόν, τι κάνουμε τώρα;"
        },
        {
          "text": "It is possible he will not come to the appointment, so what happens then?",
          "translation": "Είναι πιθανόν να μην έρθει στο ραντεβού, οπότε τι γίνεται τότε;"
        }
      ],
      "glosses": [
        "λοιπόν, οπότε, χρησιμοποιείται σε ερωτήσεις για να αναφέρεται σε κάτι που μόλις ειπώθηκε"
      ],
      "raw_tags": [
        "ανεπίσημο"
      ]
    }
  ],
  "word": "so"
}

Download raw JSONL data for so meaning in English (10.4kB)

{
  "called_from": "pos/460/20250104",
  "msg": "Part of speech missing head: so",
  "path": [
    "so"
  ],
  "section": "English",
  "subsection": "επίρρημα",
  "title": "so",
  "trace": ""
}

This page is a part of the kaikki.org machine-readable English dictionary. This dictionary is based on structured data extracted on 2025-08-15 from the elwiktionary dump dated 2025-08-01 using wiktextract (fb173d2 and 3c020d2). The data shown on this site has been post-processed and various details (e.g., extra categories) removed, some information disambiguated, and additional data merged from other sources. See the raw data download page for the unprocessed wiktextract data.

If you use this data in academic research, please cite Tatu Ylonen: Wiktextract: Wiktionary as Machine-Readable Structured Data, Proceedings of the 13th Conference on Language Resources and Evaluation (LREC), pp. 1317-1325, Marseille, 20-25 June 2022. Linking to the relevant page(s) under https://kaikki.org would also be greatly appreciated.